ΕΦΗΜΕΡΟ

Ένα σοκάκι, ξυπόλητα πόδια στις πλάκες του, μια βουκαμβίλια εκεί που δεν το περίμενε κανείς, μελτέμι, αθόρυβη γειτονιά πάρ’ εκτός από μια αγαπημένη μουσική, άλλο ένα νέο φεγγάρι, ουρανός παλέτα, μια γωνιά του δρόμου για ένα παγωμένο τσίπουρο, το θρόισμα στα λιγοστά πεύκα του Κυκλαδονησιού.

Στιγμές, χρόνος, εικόνες που δεν αποθανατίζονται. Κανένα μέσο δεν έχει καταφέρει να εγγράψει την αίσθηση του πελαγίσιου αέρα στο δέρμα και ανάμεσα στα μαλλιά, τα αρώματα αυτής της κουκκίδας του χάρτη, στην οποία όμως είσαι εσύ και όπου οι στιγμές που ζεις, ξέρεις ότι θα γίνουν αναμνήσεις.

ΧΡΟΝΟΣ

Ο ήλιος κατέβηκε πιο χαμηλά, κάτω από το στέγαστρο, άρχισε να ζεσταίνει τα πόδια μου στην αρχή, ύστερα ολόκληρο το κορμί. Είναι απόγευμα στην ανατολική μεριά ενός Κυκλαδονησιού. Το μεσημεριανό έχει τελειώσει προ πολλού, το μαγαζί, πάρα θιν αλός έχει αδειάσει. Το φως απαλύνει. Η θάλασσα να γαληνεύει από το μελτέμι. Όλα στρογγυλεύουν, όλα γλυκαίνουν.

Είναι η μαγική στιγμή που ερωτεύεσαι τις μουσικές που ακούς και το ομορφότερο κορίτσι στον ορίζοντα σου. Αν υπήρχε ένα παράθυρο στο χρόνο, είναι αυτό που θα ήθελες να πετάς.

Άλλη μια μέρα καλοκαιριού στην Ελλάδα.

ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΡΑΣ, «ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ!»

ΠΡΟΣΟΧΗ: Το παρόν post απευθύνεται αποκλειστικά σε γυναίκες. Κρατήστε το μυστικό. Αλλιώς κινδυνεύει η σωματική μου ακεραιότητα!

Τι σου είναι το μυαλό!

Οι περισσότερες δουλειές του σπιτιού ενώ σου απασχολούν τα χέρια και μπορεί να καταπονούν και το υπόλοιπο κορμί (σπάνια, αλλά λέμε τώρα) είναι τόσο μηχανικές, ιδίως αν τις έχεις κάνει άπειρες φορές, που αφήνουν τελείως ελεύθερο το μυαλό να σκέφτεται ότι του κατεβαίνει. Σε μία τέτοια στιγμή αναπόλησα, όχι τυχαία όπως θα καταλάβετε, τις μέρες που υπηρετούσα τη μητέρα πατρίδα…

Όχι αυτά που ανακαλούμε εμείς οι άντρες όταν βρισκόμαστε μεταξύ μας. Όοοχι. Θυμήθηκα κάποιες άλλες “δραστηριότητες”, αναπόσπαστο συστατικό της καθημερινής εκπαίδευσης στις οποίες όλοι συμμετείχαμε θέλοντας και μη. Ξεχάστε όπλα, σωματική άσκηση και όλα τα συναφή. Μιλάμε για τις δουλειές ενός νοικοκυριού και μάλιστα στην πιο ακραία τους μορφή.

robbe

Άλλη κλίμακα, άλλα κόλπα. Πλύσιμο σωρών από δίσκους, ταψιά, μαχαιροπίρουνα και πιάτα. Στρώσιμο και μάζεμα σειρών τραπεζιών. Σκούπισμα και σφουγγάρισμα δεκάδων τετραγωνικών. Τίναγμα στις κουβέρτες και στρώσιμο “αεροδρόμιο” στο κρεββατάκι. Για να μην πούμε για το καθάρισμα της διάσημης Καλλιόπης με την πρέπουσα ταπεινοφροσύνη. Ίσως κάτι έχει πάρει το αυτί σας, αλλά σίγουρα όχι με λεπτομέρειες.

Όλοι αυτοί που σήμερα αράζουν στον καναπέ και “δεν μπορούν” ούτε ένα ποτήρι νερό να κουβαλήσουν, όταν υπηρετούσαν τη μαμά πατρίδα, δεν φρόντιζαν μόνον τον εαυτό τους αλλά και πάρα πολλούς άλλους γύρω τους και μάλιστα με την αρμόζουσα επιμέλεια ώστε να μη φάνε καμιά καμπάνα και χάσουν την έξοδο! Τόσο, που εύκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί αντί για “Στρατόπεδο Τάδε” οι μονάδες απ’ έξω να γράφουν “Σχολή Οικιακών Βοηθών”. Υπερβολές, ή μήπως όχι;

Τι να απέγιναν άραγε όλες αυτές οι με βλαστήμια και ιδρώτα αποκτημένες δεξιότητες; Μένουν ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Όχι από εγωισμό ή υστεροβουλία. Αλλά να, γίνεται να στερήσεις από τη μανούλα τη χαρά να περιποιείται το αιώνια ανήμπορο μικρό αγοράκι της; Αμαρτία! Να αφαιρέσεις από την πολυαγαπημένη σου γυναικούλα το δικαίωμα να παινεύεται για τη νοικοκυροσύνη της (συνήθως σε αντιπαράθεση με τις δικές σου τραγικές επιδόσεις στον συγκεκριμένο τομέα); Ποτέ! Να απεμπολήσεις το δικαίωμα στην κριτική; Ε, όχι! Ή είμαστε το αφεντικό του σπιτιού ή δεν είμαστε.

Με μεγαλοθυμία λέμε ναι στην ισότητα (θεωρητικά πάντα), μοιραζόμαστε βάρη πότε-πότε (ένας τόνος δρόμος από το ποτέ), αλλά φυσικά μέχρι ενός ορισμένου ορίου. Υπάρχει η φήμη ότι το σαπούνι μαζί με τα λίπη των πιάτων, θα απομακρύνει στη στιγμή την τεστοστερόνη. Έλα όμως που έτσι συμβαίνει κάτι πολύ ύπουλο: το σκληρό και κάπως ογκώδες διαβατήριο της ατομικής ανεξαρτησίας, επειδή δήθεν δεν χωράει στην τσέπη του άντρακλα, λες και χαλάει τις γραμμές του κουστουμιού, αντικαθίσταται από ένα χαρτάκι, που δεν πολυφαίνεται, έτσι ώστε να ξεχνάς ότι το έχεις πάνω σου, ένα γραμμάτιο υποτέλειας, αυτό της δια βίου εξάρτησης από μαμά, φιλενάδα, σύζυγο, κόρη, γυναίκα για το παραμικρό. Κάποιες εκ των οποίων, το εκμεταλλεύονται ποικιλοτρόπως. Να τα λέμε κι αυτά.

Αλλά τουλάχιστον από σήμερα, εσείς οι υπόλοιπες, μπορείτε να θάψετε την αγανάκτηση για το καλομάθημα της πεθεράς και να σταματήσετε να δηλητηριάζετε τη σχέση σας με δεικτικά σχόλια για την μαμά του. Απλώς θυμίστε του πόσο καλά μπορεί να κάνει τα πάντα, όντας άρτια εκπαιδευμένος από την μαμά-πατρίδα!

Υ.Γ. Αν δεν ξαναδείτε ανάρτηση, cherchez la femme! Κάποια από εσάς σίγουρα, θα με έχει προδώσει.

ΔΥΟ ΧΕΡΙΑ

Πέρασαν κιόλας 15 χρόνια από εκείνο το πρωϊνό. Στην άλλη άκρη του τηλεφώνου η ανακοίνωση του αναμενόμενου: “Ο μπαμπάς, έφυγε.”

Στην πραγματικότητα είχε φύγει πολλές ημέρες νωρίτερα, όταν είχε πάψει να επικοινωνεί. Από τότε έτσι όρισα τον θάνατο. Το ανεπιστρεπτί τέλος της επικοινωνίας. Αν το σώμα είναι πάνω ή κάτω από τη γη δεν μου κάνει καμία διαφορά. Έτσι πεθαίνουν όλες οι σχέσεις, από ασφυξία, όταν λιγοστεύει σιγά-σιγά ή και απότομα η επικοινωνία. Όχι μόνο αυτών που λέγονται αλλά και αυτών που δεν είναι λόγια. Το κούρνιασμα στην αγκαλιά, το χαμόγελο που καθρεφτίζεται, η ετοιμασία για το κάθε είδους σμίξιμο, όλα τα άπειρα, μικρά και μεγάλα που μοιραζόμαστε.

Έφυγε, αλλά θυμάμαι. Δεν ξέρω τι, αλλά θυμάμαι. Δεν θέλω να ψάξω τι, τι θυμάμαι. Θυμάμαι πάει να πει, είναι μέσα μου. Στο κύτταρο. Παραμένει προσιτό. Όχι, δεν είναι αντανακλαστικό όπως η ανάμνηση μιας μυρωδιάς. Δε μυρίζει τίποτα. Είναι αν-αίσθητο, ακατάληπτο, της ψυχής. Συχνά πονάει. Κυρίως η ακοινώνητη για πάντα πια αγάπη και γύρω-γύρω μερικά παράπονα, τύψεις, θλίψη για ό,τι δεν θα ξανάρθει ποτέ, τις χαμένες ευκαιρίες, τις ερωτήσεις που δεν θα απαντηθούν από κανέναν.

Άραγε πώς πεθαίνει κάποιος μέσα σου; Πεθαίνει; Πρέπει να φύγει; Και τι κάνεις με όλα τα σημάδια που έχει αφήσει στο πέρασμά του: γράμματα στο χαρτί, τα πράγματα που σχημάτιζαν την καθημερινή εικόνα του, το σφύριγμά του, τις αποφάσεις του, τα δικά σου τραγούδια που του άρεσαν, αναμνήσεις σφηνωμένες σε κάθε γωνιά της μνήμης. Τίποτα δεν σβήνεται με τον οδυρμό, τίποτα δεν ξεπλένεται με δάκρυα. Δε χρειάζεται. Δεν το ζητάει κανείς.

Και τι κάνεις με τα δυο του χέρια που άφησε πάνω σου για πάντα; Όχι το ίδιο όμορφα, λίγο μικρότερα, πολύ λιγότερο δυνατά, αλλά σίγουρα ένα ορατό και ξεχωριστό σημάδι του. Αυτά τα χέρια που τότε με ξεδιψούσαν, πολλά χρόνια αργότερα, φορεμένα πια στο δικό μου σώμα, τα είδα να σκύβουν με την ίδια ηρεμία, με τις ίδιες κινήσεις, προς ένα άλλο παιδί, το δικό μου αυτή τη φορά.

Ό,τι έχω κάνει κι ό,τι θα αφήνω πίσω μου, όσο ζω, τα ίδια χέρια το έχουν κάνει. Ακόμα και αυτές τις λέξεις και τις σκέψεις, με αυτά σας τις γράφω. Όλη την κληρονομιά του, με αυτά την κουβαλάω και προσπαθώ να την πάω λίγο παρακάτω.

Με τα δύο του χέρια.

ΧΑΡΤΙ ΓΡΑΜΜΕΝΟ, ΧΑΡΤΙ ΔΙΠΛΩΜΕΝΟ.

“Είχα ένα μεγάλο προνόμιο στη ζωή μου. Να είμαι μπροστά στη γέννηση και στο θάνατο του ανθρώπου που αγάπησα περισσότερο.”* Αδιανόητα λόγια. Πόσο, μα πόσο διαφορετικά αντιλαμβάνονται άλλοι άνθρωποι τα της ζωής!

Για να βρεις δυο προτάσεις σαν κι αυτές αξίζει να διαβάζεις μια ζωή. Για εκείνες τις αλήθειες, τις διαφορετικές από τις δικές σου όμως, που κάποιος άλλος κρύβει και κουβαλάει. Είναι περίεργο που αυτά τα αποτυπώματα των εμπειριών μας σπάνια αποκαλύπτονται αν δε γραφτούνε. Μπορεί με ένα φίλο ή μια φίλη να έχεις περάσει ώρες μαζί συζητώντας για τα εφήμερα, Continue reading ΧΑΡΤΙ ΓΡΑΜΜΕΝΟ, ΧΑΡΤΙ ΔΙΠΛΩΜΕΝΟ.

ΠΑΤΕΡΑΣ

Σε κοιτάζω όπως πάντα: από μακριά ή τουλάχιστον προσπαθώντας να μην παρεισφρύω στην κίνησή σου. Περίεργος να δω τα βήματα και τα σκαρφίσματα σου. Σε θαυμάζω, σε καμαρώνω, με συγκινείς. Για ότι κι αν καταφέρνεις όσο μικρό κι ασήμαντο κι αν είναι. Το βάζεις στο πουγκί της δικής σου ζωής, είναι ο θησαυρός σου. Κανείς δε μπορεί να στον πάρει. Κι εγώ έτσι, από μακριά, παίρνω ένα μερτικό χαράς.

Σα σκίζεις τον αέρα, με κάνεις να σκέφτομαι: ΕΣΥ με έκανες πατέρα. Δεν ήταν η μητέρα σου, ούτε ο έρωτας, ούτε ο αδελφός σου, ούτε κάτι που έκανα εγώ, ούτε κανένας άλλος. Τίποτα. Στ’ αλήθεια, τίποτα. Μόνον εσύ, ο ερχομός σου. Η γαλήνια θωριά σου όταν ήρθες στον κόσμο, η μικρή σου παρουσία που γέμισε τη ζωή μου, που με τίποτα δε μπορούσα να φανταστώ πόσο χώρο είχε άδειο.

 

Κι ακόμα και τώρα που υπάρχουν στιγμές που, αν και μικρό κορίτσι, η γυναίκα που θα γίνεις περνάει σα σκια στο βλέμμα σου και στην κορμοστασιά σου, όταν κλείσεις τα μάτια, στου ύπνου το διάλειμμα, πάλι και πάντα θα βλέπω στα γαληνεμένα ματάκια σου, το πρόσωπο εκείνων των πρώτων στιγμών που σε χάζευα, μια σταλιά, να μεγαλώνεις το σύμπαν μου, μεταμορφώνοτας τόσο χρόνο πριν από εσένα στο μικρό και το ασήμαντο.

Σε ευχαριστώ. Σ’ αγαπώ. Για όσο ζω.

Ο πατέρας σου.

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΚΟΧΥΛΙΑ*

Για την (κάθε) Κατερίνα.

rare_shell

Κάποιοι άνθρωποι σε κάνουν οπαδό τους με ευκολία. Έχουν μια δύναμη ελκυστική εντελώς όμως άδεια από φόβο ή σκοπιμότητα. Στη μοιράζουν με το, ταπεινό συχνά και πάντως γεμάτο μετριοφροσύνη, παράδειγμά τους. Έχουν το προνόμιο να είναι γενναιόδωροι. Αναβλύζουν, δεν αποθησαυρίζουν. Ακόμα και στα τσαλακώματά τους τους θαυμάζεις για την αφτιασίδωτη αλήθεια τους. Προξενούν δέος με τον τρόπο που δε σταματούν να προοδεύουν, για τον εαυτό τους πρώτ’ απ’ όλα. Σου δείχνουν πώς να κοιτάς τη ζωή κατάματα, να αναμετριέσαι στα ίσια, είτε στη δημιουργία είτε στην απώλεια. Με δυο λόγια σε κάνουν να θέλεις να ζεις πιο πολύ, πιο γεμάτα, πιο δυνατά. Είναι φυσικά σπάνιοι, μοναδικοί και δια τούτο πολύτιμοι.

*Επανάληψη της περσινής ανάρτησης που “χάθηκε” μυστηριωδώς! Ευτυχώς την είχε κρατήσει το feed…